La petite
fille aux allumettes
Το κοριτσάκι με τα σπίρτα
C'était le soir du 24 Décembre.
De gros flocons de
neige venaient tapisser les trottoirs.
Ήταν βράδυ 24
Δεκεμβρίου.
Τεράστιες νυφάδες χιονιού έστρωναν σαν χαλί τα
πεζοδρόμια.
Une petite fille marchait dans le froid, la tête
et les pieds nus.
Ένα κοριτσάκι
περπατούσε μέσα στο κρύο,χωρίς να φοράει τίποτε στο κεφάλι της και με γυμνά πόδια.
Sa mère lui avait bien donné des pantoufles mais elles
étaient trop grandes pour elle.
Η μητέρα της,της είχε
δώσει παντόφλες,αλλά ήταν πολύ μεγάλες για εκείνη.
Elle les avait perdues en traversant la rue et un garçon était parti avec en courant...
Elle les avait perdues en traversant la rue et un garçon était parti avec en courant...
Ses pieds gelés lui faisaient mal et
ses mains étaient rouges et toutes engourdies
Έχασε τις παντόφλες
όταν διέσχιζε τον δρόμο και ένα αγόρι τις πήρε και έφυγε τρέχοντας.
Τα παγωμένα
πόδια της την πονούσαν και τα χέρια της ήταν
κόκκινα και εντελώς μουδιασμένα.
Mais la pauvre fillette n'osait pas rentrer chez elle.
Elle n'avait pas vendu une seule boite d'allumettes et son père la battrait
sûrement.
Αλλά το φτωχό
κοριτσάκι δεν τολμούσε να γυρίσει σπίτι της.
Δεν είχε πουλήσει ούτε
ένα κουτί σπίρτα και ο πατέρας της θα την χτυπούσε σίγουρα.
Le vent glacial lui pinçait les joues et s'engouffrait
dans son cou..
Ο παγωμένος αέρας έκανε
τα μαγουλά της να τσούζουν και πάγωνε και το λαιμό της.
Épuisée
et transie par le froid, elle alla se blottir contre un mur au coin d'une rue.
Εξαντλημένη και φοβισμένη από το κρύο,μαζεύτηκε σαν
κουβαράκι κοντά στον τοίχο στη γωνία
ενός δρόμου.
Elle
avait si froid, la pauvre, si elle osait craquer une allumette, elle pourrait
se réchauffer les doigts !"Juste une", pensa-t-elle, "papa ne
s'en rendrait pas compte".
Κρύωνε τόσο πολύ το καημένο κοριτσάκι.Αν τολμούσε να ανάψει
ένα σπίρτο,θα μπορούσε να ζεστάνει τα δάχτυλάκια της! «Ένα μονάχα» σκέφτηκε, «ο μπαμπάς δεν θα το καταλάβει».
Alors
elle en prit une dans un paquet et l'alluma.
Λοιπόν παίρνει ‘ένα μέσα από το πακέτο και το ανάβει.
La petite entoura la flamme de sa main et il lui
sembla qu'elle se trouvait devant un gros poêle en fer où crépitait un bon feu.
Το κοριτσάκι κύκλωσε τη φλόγα με το χέρι της και της φάνηκε
σαν να βρέθηκε μπροστά από μια μεγάλη σόμπα όπου άκουγε τους τριγμούς της
φωτιάς.
Elle voulut étendre ses jambes pour les réchauffer
mais tout à coup le poêle disparut.
Θέλησε να απλώσει τα
πόδια της για να τα ζεστάνει,αλλά ξαφνικά
η σόμπα εξαφανίστηκε.
L'allumette s'était éteinte.
Το σπίρτο είχε σβήσει.
Alors la fillette en craqua une autre.
Cette fois-ci,
elle éclaira le mur et put voir à travers !
Il y avait une grande table avec
une jolie nappe et des bougies ;
de la vaisselle en porcelaine et au milieu,
une belle oie rôtie fourrée de marrons et de pommes.
Λοιπόν το κοριτσάκι
άναψε άλλο ένα σπίρτο.
Αυτή τη φορά φώτισε ο τοίχος και μπόρεσε να δει μέχρι την
άλλη άκρη του δωματίου.
Υπήρχε ένα μεγάλο
τραπέζι με ένα ωραίο τραπεζομάντηλο και κεριά.
Πιάτα από πορσελάνη
και στο κέντρο μια καλοψημένη χήνα με κάστανα και μήλα.
Comme elle sentait bon !
Πόσο ωραία αισθανόταν!
La petite fille tendit le bras pour y goûter mais ne
toucha que le mur gris et froid.
Το κοριτσάκι άπλωσε το
χέρι της για να γευτεί αλλα δεν άγγιξε παρά
μόνο τον κρύο γκρι
τοίχο.
Le festin avait disparu.
Il ne restait qu'un bout
d'allumettes noir et brûlé entre ses doigts.
Το τραπέζι είχε
εξαφανιστεί.
Δεν υπήρχε τίποτε άλλο παρά μόνο ένας σωρός από σπίρτα καμμένα ανάμεσα στα δάχτυλά της.
Elle
alluma encore une allumettes et là, elle vit un immense sapin de noël.
Le plus
beau qu'elle avait jamais vu.
Il scintillait et ses branches étaient garnies de
mille petites lumières.
Άναψε ακόμη ένα σπίρτο και βλέπει ένα πελώριο
χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Το πιο ωραίο που είχε δει ποτέ.
Έλαμπε και τα κλαδιά
του ήταν στολισμένα με χιλιάδες μικρά φώτα.
Mais
l'allumette s'éteignit.
Le sapin disparut et ses lumières se changèrent en
étoiles.
Αλλά το σπίρτο έσβησε.
Το
χριστουγεννιάτικο δέντρο εξαφανίστηκε και τα φωτάκια του έγιναν αστέρια.
En
levant les yeux au ciel, la petite vit une étoile filante et pensa à sa
grand-mère qui était morte et qui lui avait dit :
Κοιτώντας προς τον
ουρανό, είδε ένα μικρό μετεωρίτη και θυμήθηκε
τη γιαγιά της,που είχε πεθάνει και η οποία της είχε
πει:
"Quant
une étoile s'éteint, c'est une âme qui monte au ciel".
Elle
frotta une autre allumette et sa grand-mère apparut.
«Όταν ένα άστρο
σβήνει,είναι μια ψυχή
που ανεβαίνει στον ουρανό."
Άναψε άλλο ένα σπίρτο και η γιαγιά της εμφανίστηκε.
Άναψε άλλο ένα σπίρτο και η γιαγιά της εμφανίστηκε.
"Oh grand-mère !" s'écria la fillette,
"emmène-moi, je sais que tu partiras quand l'allumette s'éteindra, comme
le poêle, l'oie rôtie et le sapin !".
"Ω γιαγιά!" φώναξε το κοριτσάκι, «πάρε με, ξέρω πως θα φύγεις όταν το σπίρτο σβήσει,όπως η σόμπα,η ψητή χήνα και το δέντρο».
"Ω γιαγιά!" φώναξε το κοριτσάκι, «πάρε με, ξέρω πως θα φύγεις όταν το σπίρτο σβήσει,όπως η σόμπα,η ψητή χήνα και το δέντρο».
Alors elle frotta une autre allumette, puis une autre et encore une autre pour retenir sa grand-mère.
Άναψε λοιπόν ένα άλλο σπίρτο,έπειτα ένα άλλο και ακόμη ένα άλλο για να κρατήσει την γιαγιά της.
Elle en frotta toute une poignée et sa grand mère parut encore plus belle et plus grande.
Έτριβε την χούφτα της και η γιαγιά της φαινόταν ακόμη πιο ωραία
και πιο μεγάλη.
Alors elle prit la fillette dans ses bras et toutes
deux s'envolèrent vers les étoiles où il ne ferait plus jamais froid.
Στη συνέχεια, πήρε το κορίτσι στην αγκαλιά της, και οι
δύο πέταξαν προς στα αστέρια,
όπου δεν θα κάνει ποτέ πια κρύο.
Le lendemain matin, on retrouva la fillette morte de
froid, son petit corps à demi enseveli sous la neige
Το επόμενο πρωί,βρήκαν το κοριτσάκι πεθαμένο από το κρύο,και το
κορμάκι της μισοσκεπασμένο κάτω από το χιόνι.
Elle avait le sourire aux lèvres et personnes ne sut ce qu'elle avait vu cette nuit-là, ni comment avec sa grand-mère elle avait rejoint les étoiles.
Είχε ένα χαμόγελο στα χείλη και κανείς δεν ήξερε τι είχε δει εκείνο το βράδυ, ή πώς με τη γιαγιά της, συνάντησε τα αστέρια.
Elle avait le sourire aux lèvres et personnes ne sut ce qu'elle avait vu cette nuit-là, ni comment avec sa grand-mère elle avait rejoint les étoiles.
Είχε ένα χαμόγελο στα χείλη και κανείς δεν ήξερε τι είχε δει εκείνο το βράδυ, ή πώς με τη γιαγιά της, συνάντησε τα αστέρια.
Conte écrit par Hans
Christian Andersen (1846)
Bonne lecture!
Christine Z.
Christine Z.
αχ πολύ ωραίο μπράβο κυρία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυθαλία ΣΤ2
Πραγματικά χαίρομαι, που σας άρεσε παιδιά!
ΔιαγραφήΕυχαριστώ :)
Υπέροχο.Όταν ήμουν μικρή είχα παίξει το κοριτσάκι με τα σπίρτα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυτυχία ΣΤ2